10 Δεκεμβρίου, 2011

Η Μάνα μου η Μέρκελ



Η Μέρκελ μου θυμίζει τη μάνα μου. Πάντα επέκρινε με το βλέμμα της την «άσωτη» ζωή μου όλα αυτά τα χρόνια. Μόλις με έβλεπε να φοράω κάτι καινούριο έλεγε: «Πάλι ψώνισες! Μμμμ…, καλό είναι, με γεια… Δεν είχες;». Άλλες φορές μου έλεγε:«Λίγα έχεις… (ξινό ύφος)» ή «Σου χρειαζόταν δεν έχεις τίποτε να βάλεις…».


Επειδή αγόραζα κάθε μέρα φρέσκο ψωμί κατέβαζε τα μούτρα και κάθε φορά έλεγε την ίδια ατάκα: «Μην τα πετάς τα ψωμιά, είναι αμαρτία».

Καλά δε συζητάμε για το φαγητό που έπρεπε να τελειώνουμε και τη δύναμή μας! Αν καμιά φορά με συλλάμβανε να πετάω φαγητό ήταν σα να τη σκότωνα. Η μεγαλύτερη αμαρτία πριν κι απ’ αυτή του φόνου.

Κρυφά έβγαινα για καφέ γιατί η ασωτία της εξόδου ήταν κατάπτυστη. «Πήγαινε και με τα πόδια σου, άσε το αυτοκίνητο, περπάτα, θα πάθεις αγκύλωση, θα γίνεις τετρακόσια κιλά, μάζεψε τα λεφτά σου θα σου χρειαστούν, μην τα σκορπάς από εδώ κι από εκεί, ένα μικρό σπίτι σου χρειάζεται τι το θες το μεγάλο, πάλι εκδρομή θα πας; Κάτσε και λίγο να σε δει το σπίτι σου…».

Το πιο φοβερό απ’ όλα ήταν όταν άρχιζε τη φοβερή ιστορία θρίλερ με τα παλιά τα χρόνια. «Εμείς, αχ εμείς τότε που περάσαμε αυτό, το άλλο, το παράλο, που δε βγήκαμε, δε γλεντήσαμε, δε ντυθήκαμε…» Έλεος!

Έτσι κι αυτή η Μέρκελ ίδια η μάνα μου, ντυμένη σαν βάση πάντα με τα ίδια, μαύρο παντελόνι τρομάρα της με μαύρη μπλούζα. Το μόνο που αλλάζει είναι το σακάκι, στάνταρ το έχει παραγγείλει σε όλα τα χρώματα. Σε κοιτάζει από τις Βρυξέλες ή από το Βερολίνο μέσα από την τηλεόραση σαν τη μάνα μου, επικριτικά, υποτιμητικά, με ύφος τιμωρού. Σα να σου λέει: «Τώρα θα σε φτιάξω εγώ καλά, για να μάθεις που πέρναγες βασίλισσα κι ούτε σ’ ένοιαζε για το αύριο. Τώρα πάλι θέλεις να φας από τα έτοιμα; Όχι, τώρα θα ζεις όπως νομίζω εγώ ότι πρέπει να ζεις. Βιομηχανικός εργάτης με ότι αυτό συνεπάγεται».

Για όλα φταίει αυτό το απαίσιο ζώο Ο ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ κι ο Αίσωπος που έγραψε αυτή την απαίσια ιστορία. Εγώ πάντα γούσταρα ΤΟΝ ΤΖΙΤΖΙΚΑ τον κλαμπιάρι.

Από μικρή έχω φάει πολύ νουθεσία. Ακόμη βλέπω όνειρα με εκείνη την «Ημέρα της Αποταμίευσης». Πετάγομαι στον ύπνο μου γιατί ιδρώνω προσπαθώντας να γράψω έκθεση για να κερδίσω τον κουμπαρά από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Εννοείται ότι στο σχολείο ποτέ δεν κέρδισα σ’ αυτό το διαγωνισμό.

Είμαι σίγουρη ότι η Μέρκελ κι η μάνα μου διοργάνωναν το διαγωνισμό, άσε που νομίζω ότι είναι κι από το ίδιο χωριό!

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Απολαυστική περιγραφή αλήθεια!!! Λές κι όλες οι μάνες ήταν φωτοτυπία!!! Από την άλλη όμως μπορούσαν να μας κοιτάζουν στα μάτια. Στερήθηκαν πολλά, δίκαια ή άδικα δεν έχει σημασια, για να έχουμε εμείς αυτή την ευμάρεια που ζήσαμε μέχρι τώρα. Αλήθεια πως θα κοιτάζουμε εμείς τα παιδιά μας με τόσα χρέη που τα φορτώσαμε είτε με την συμπεριφορά μας είτε ψηφίζοντας το αληταριό που λέγεται πολιτικό προσωπικό?

Ororra είπε...

Φοβάμαι ότι δε θα προλαβαίνουμε να τα κοιτάξουμε γιατί θα τρέχουμε όλη μέρα κι όλη νύχτα να βρούμε κάτι να τα ταίσουμε και να τα ζεστάνουμε. Το αληταριό δεν το επιλέξαμε μόνοι μας, φταίνε και οι γονείς μας που τους πίστευαν, τους ψήφιζαν και τους ψηφίζουν και έτρεχαν στα βουλευτικά και συνδικαλιστικά τους γραφεία για να μας "βολέψουν".