Μια φορά κι ένα καιρό ήταν τρία αδερφάκια που ζούσαν ευτυχισμένα με το μπαμπά τους σε ένα μεγάλο σπίτι μαζί και με άλλους συγγενείς. Ο μπαμπάς από μικρά όταν ήταν, έδειχνε μεγάλη αδυναμία στον Αντώνη. Τον διάβαζε, του μίλαγε, τον έβγαζε βόλτα.
Αλλά και στην κορούλα του τη Θοδώρα είχε μεγάλη αδυναμία. Ίσως γιατί του έμοιαζε τόσο πολύ!
Μια μέρα ο μεγάλος αδερφός, ο Αντώνης, τσακώθηκε με το μπαμπά του γιατί του έλεγε τι να κάνει κι αυτός δεν το άντεχε πια. Πίστευε ότι ήταν αρκετά μεγάλος για να αποφασίζει μόνος του. Μετά από ένα άγριο καυγά βρόντησε την πόρτα από το σπίτι ένα βράδυ κι έφυγε μακριά.
Πήγε και νοίκιασε σε άλλη γειτονιά, στην ίδια όμως πόλη.
Πολύ στενοχωρήθηκαν τα άλλα δύο αδερφάκια. Προσπάθησαν να αλλάξουν την απόφαση του Αντωνάκη, αλλά αυτός δεν έλεγε να γυρίσει πίσω.
Ο πατέρας κατέρρευσε, παρόλο που δεν ήθελε πια να τον ξαναδεί στα μάτια του.
Ο Δημητράκης, ο άλλος γιος, βλέποντας το σπίτι τους να μαραζώνει, ούτε ένα γλέντι, καμία χαρά, αποφάσισε να φύγει κι αυτός. Πίστευε ότι ο αδερφός του είχε γλυτώσει απ΄όλα αυτά και περνούσε καλύτερα. Ζήλευε κατά βάθος.
Έτσι μια μέρα που ανδρώθηκε, μάζεψε κι αυτός τα πράγματά του και πήγε και νοίκιασε ένα μικρότερο σπίτι στην ίδια πόλη, σε άλλη γειτονιά.
Η αδελφούλα τους η Θοδώρα στάθηκε εκεί, δίπλα στο μπαμπά της και τους συγγενείς της. Βράχος!
Περνούσαν τα χρόνια. Σιγά-σιγά ξεχάστηκαν οι άσωτοι. Η χαρά άρχισε να γυρίζει ξανά στο σπιτικό τους.
Το ξαδερφάκι τους, ο Κωστάκης, που δεν είχε με ποιον να παίξει όλα αυτά τα χρόνια, δεν ησύχαζε με τίποτε. Έκανε τα αδύνατα δυνατά να ξαναγυρίσουν πίσω τα άσωτα ξαδερφάκια του, να ξαναρχίσουν τα παιχνίδια τους.
Πρώτα γύρισε ο Δημητράκης, που του είχαν τελειώσει και πιο γρήγορα τα λεφτά.
Ο Αντωνάκης όμως, ήταν πολύ εγωιστής. Δεν ήθελε να δείξει ότι δεν του είχε μείνει φράγκο, ότι δεν άντεχε άλλο μακριά από το σπίτι του.
Αλλά είχε πληγώσει όμως πάρα πολύ τον πατέρα του, ποτέ δεν το ξεπέρασε…
Δεν δεχόταν κουβέντα να τον ξαναδεχτεί πίσω. Ήταν βλέπετε ο πρωτότοκος.
Έτσι αυτός και ο Κωστάκης, κατέστρωσαν ένα πονηρό σχέδιο. Θα έφευγε ο Αντώνης, για πέντε χρόνια στο εξωτερικό, μήπως και τον πιθυμήσει ο πατέρας και ένα βράδυ θα μετακόμιζε κρυφά στο διπλανό σπίτι από το πατρικό που του είχε νοικιάσει ο Κωστάκης.
Η μπόρα δεν άργησε να ξεσπάσει. Μαθεύτηκε στη γειτονιά. Όλοι οι συγγενείς κατηγόρησαν τον Κωστάκη για όλα τα δεινά που ξανάρχισαν να ζώνουν το σπιτικό τους.
Μια χαρά είχαν αρχίσει να συνέρχονται και πήγε το παλιόπαιδο και τ΄ανακάτεψε…
Το νερό ξεχείλισε. Έπρεπε κάποιος να γίνει ο αφέντης του μεγάλου σπιτιού. Ο πατέρας δεν άντεχε πια. Είχε γεράσει.
Κάλεσε μια μέρα την κορούλα του που δεν τον πρόδωσε ποτέ και της έδωσε το μεγάλο κλειδί.
Πατέρας και κόρη λογάριαζαν όμως χωρίς τους ξενοδόχους.
Οι άσωτοι, συναντήθηκαν κρυφά στο διαμέρισμα του Αντώνη. «Θα αγωνιστούμε μαζί» ορκίστηκαν.
Σιγά μην άφηναν ένα κορίτσι να τους πάρει το πατρικό τους.
Βούιξε ο τόπος!
Μόλις έμαθαν το συμβάν οι δημοσιογράφοι μαζεύτηκαν με κάμερες και laptops κάτω από το σπίτι. Και λέγανε λέγανε…Και γράφανε γράφανε…
To be continued…
1 σχόλιο:
Άκυρη η παραλληλία με την οικογένεια. Πιο πολύ σόι είναι. Άλλοι οι Μητσοτάκιδες και άλλο ο Σαμαράς που προέρχεται από τον Αβέρωφ. Και άλλο ο Αβραμόπουλος ...
Εξάλλου είναι σαφές πως άμα ήταν η ίδια οικογένεια η ΝΔ θα είχε ήδη πάρει απόφαση για το ποιος θα είναι ο επόμενος όπως και όλες τις προηγούμενες φορές που χρειάστηκε.
Φιλικά
D
Δημοσίευση σχολίου